4 Αυγ 2022

ΟΙ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΣΤΗΝ ΖΩΗ



... στην ζωή, οι  βασικές επιλογές είναι τρεις: 

...ή θα είσαι καλός, ή θα είσαι κακός, ή θα είσαι μαλάκας. 

«Καλός»,  είναι  κάποιος που ωφελεί τους άλλους.

«Κακός»,  είναι  κάποιος που βλάπτει τους άλλους.

 Μαλάκας, ποιός είναι?

Ο «Μαλάκας» , έχει πιό δύσκολο ορισμό.

Ο «Μαλάκας» δεν είναι ένα πράγμα: είναι πολλά διαφορετικά είδη.

Ποιό είναι όμως, το κοινό συστατικό, σε όλα αυτά τα είδη μαλάκα; 

Ποιά είναι η κοινή ουσία που εμπεριέχεται και συνιστά το βασικό γνώρισμα του μαλάκα;

....νομίζω... η κοινή ουσία,  που προσδιορίζει, όλα τα είδη μαλάκα, είναι κυρίως η ασυνέπεια: 

η αναξιοπιστία, η αστάθεια, η αντιφατικότητα  στις ιδέες και την συμπεριφορά. 

Όλα αυτά, σε τελική ανάλυση, είναι μιά έλλειψη αρχών: 

ο μαλάκας δεν έχει σταθερές αρχές.

Είναι «ανεμάνθρωπος», φτερό στον άνεμο.

Ο «Μαλάκας», συνήθως δεν έχει την κακή πρόθεση του «Κακού», γιατί τότε θα ήταν υβρίδιο : θα ήταν «κακός μαλάκας».

 Ο μαλάκας με καλή πρόθεση, είναι αυτό που λέμε, χαζομαλάκας.

Υπάρχει μιά εξαίρεση...ένα είδος μαλάκα που νομίζω ότι είναι το πιό επιτυχημένο απ’ όλα: 

είναι ο «μαιμού μαλάκας».

Ο «μαιμού μαλάκας » ένας τύπος κατά βάση  πονηρός που,  όταν το απαιτούν οι περιστάσεις,  το παίζει μαλάκας. 

Δεν έχει απολυτα σταθερές αρχές αλλά καταλαβαίνει τα κοινωνικά ρεύματα.

Μιλάει με όρους πολιτικής ορθότητας: λέει ό,τι είναι αρεστό στα αυτιά της κοινωνίας.

Ανάλογα το κοινό και την μόδα, θα μιλάει για «σοσιαλιστικό μετασχηματισμό», «οικονομία της αγοράς», «κοινωνικό κράτος», «φιλεύθερο μοντέλο», «αυτονομία και αυτοοργάνωση».

Όλα μαζί ή ξεχωριστά, κατα το ακροατήριό  του,  και με μπόλικη ασάφεια.

...γιατι το κάνει?

Γιατί είναι αποτελεσματικό: είναι τόσο πονηρός που ξέρει πως οι μαλάκες δεν διορθώνονται: 

συνήθως άγονται και φέρονται απο τα ΜΜΕ. 

Επειδή, φυσικά, οι μαλάκες πλειοψηφούν στην κοινωνία, είναι σημαντικό να σε νιώθουν «δικό τους».

Ο μαιμού μαλάκας, λοιπόν, ντύνεται  εκούσια μαλάκας και συνενοείται τέλεια μαζί τους.

Αυτή είναι και η «μαγκιά» του:

κατάλαβε έγκαιρα πως οι μαλάκες είναι ανίκητοι.

Άρα, μόνο σαν μαλάκας,  μπορεί να προκόψει.

...και, κυρίως, να διαπρέψει στην Πολιτική.

Έτσι, όταν ρωτάμε... «μα τι μαλάκες είναι αυτοί που μας κυβερνούν?»...η εξήγηση είναι απλή: 

είναι αυτοί που μας μιμούνται.

3 Αυγ 2022

Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΟΥΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥΣ




 Θυμάμαι πως ήμουν ένας μάλλον αφελής, εικοσιπεντάχρονος νεαρός που μόλις είχα διοριστεί σε ένα επαρχιακό νοσοκομείο, αμέσως  μετά το πανεπιστήμιο,  για να γράψω ένα χρόνο ειδικότητα παθολογία. 
Μεγαλωμένος  σε μια μικροαστική συνοικία της Αθήνας,  από μια συντηρητική οικογένεια, και αμέσως μετά φοιτητής στο πανεπιστήμιο της Αθήνας, είχα μια μάλλον ασαφή, φτωχή και απλοϊκή εικόνα του κόσμου που με περιέβαλε.
Αγχωμένος πολύ γιατί ήμουνα μόνος μου σε ένα νοσοκομείο της πλάκας να εφημερεύω για όλες τις ειδικότητες και  για όλο το νομό , χωρίς κάλυψη από ειδικούς (προ ΕΣΥ), προσπαθούσα να ανταποκριθώ  στοιχειωδώς στα περιστατικά και κυρίως να μην κάνω κάποιο σημαντικό λάθος: βασικά μόνο αυτό με ενδιέφερε .
Μόνο  αυτό, πραγματικά, με ένοιαζε :  όλα τα άλλα , για μένα, ήταν ασήμαντα .
Όχι όμως για όλους.
Εκείνο το απόγευμα που αναγκάστηκα να κατέβω στην κουζίνα για κάποιο λόγο, συνέλαβα επ´αυτοφώρω τον μάγειρα να πηδάει μια τραπεζοκόμα.
Ήταν δυο χοντρομπαλάδες μέσης ηλικίας που αγκομαχούσαν κατευχαριστημένοι. 
Παντρεμένοι και οι δυο, φυσικά.
Η έκπληξη μου ήταν μεγάλη, για το φτωχό μου μυαλό: 
η ερωτική πράξη ήταν μια δραστηριότητα που αφορούσε τους νέους. 
Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι ένας χοντρομπαλάς, μεσήλικας χάλιας και μια επίσης χοντρομπαλού, μισοκλιμακτηριακή ασχημομούρα, ήταν δυνατόν να κυριαρχούνται από τόσο έντονο πάθος.
Δεν το πολυσκέφτηκα τότε... διότι, συνήθως, ό,τι  με εκπλήσσει το βάζω στην άκρη: το αφήνω στις εκκρεμότητες για περαιτέρω σκέψη.
Έκτοτε συνάντησα και άλλα παρόμοια περιστατικά από χοντρομπαλάδες και μη χοντρομπαλάδες δημόσιους υπαλλήλους που κυριαρχούνταν από φλογερά ερωτικά πάθη.
Κατέληξα ότι ο έρωτας των δημοσίων υπαλλήλων έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά: μάλλον δεν ήταν ο έρωτας που έχει την αυθεντικότητα του βιολογικού πάθους των εφήβων...
....αλλά και δεν ήταν  ο έρωτας που έχει το υπαρξιακού τύπου πάθος και το άγχος φθοράς και θανάτου που βλέπουμε στον  γεροντοέρωτα...
Ο δημοσιοϋπαλληλικός έρωτας είναι ο έρωτας της πλήξης.
Ο δημοσιοϋπαλληλικός έρωτας ήταν  ο έρωτας του μικρομεσαίου… 
Ο έρωτας του Τσιγκουνάκου, του Ματζίρη… 
Αυτουνού που κάνει υπολογισμούς εσόδων και εξόδων.
Ο δημόσιος  υπάλληλος έχει περιορισμένο budget αλλά ισοφαρίζει με μιά ασφάλεια: ξέρει ότι ο μισθός θα πέφτει κάθε μήνα έστω  και λίγος.
Μπορεί να προβάλει τις αποδοχές του σε βάθος εικοσαετίας .
Από σήμερα και μέχρι αρκετά χρόνια, μπορεί  να λογαριάσει  ακριβώς πόσα βγάζει αυτός, πόσα η γυναίκα του και πόσα μπορεί να υπολογίζει απο τον πεθερό του: 
όλα ήταν προβλέψιμα τότε.
Λειτουργώντας μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, είναι φυσικό σε κάποια στιγμή να τα παίξει: είναι φυσικό να αναζητήσει μια ψυχολογική διέξοδο εκτόνωσης που θα δίνει το μήνυμα ότι είναι ακόμα νέος, απρόβλεπτος, αυθόρμητος αυθεντικός και ορμητικός.
Δηλαδή ζωντανός.
Όλα αυτά βέβαια συνέβαιναν πριν από την κρίση. 
Επί ΠΑΣΟΚ, ως λαός, νιώσαμε τις πιο ωραίες δημοσιοϋπαλληλικές ερωτικές συγκινήσεις στη ζωή μας.
Αναπολώ την ξεγνοιασιά του ΠΑΣΟΚ.
Θα νιώσω ότι βγήκαμε από την κρίση, μόνο  όταν δω ευτυχισμένους ερωτικά δημόσιους υπαλλήλους:
ευτυχισμένους χαρτογιακάδες που θα τρέχουν, στα διαλείμματα του μεσημεριού, σε ξενοδοχεία βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Μόνο τότε θα πειστώ ότι βγήκαμε από την κρίση.

2 Αυγ 2022

Ο ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΠΑΝΑΓΙΑ

 



Καμμιά φορά αναρωτιέμαι… αν αξίζει τον κόπο,  από την πλευρά του … Θεού, να διατηρήσει την ύπαρξη της ελληνικής φυλής: 

της φυλής  των «Ελλήνων», όπως λεγότανε πολύ παλιά -στην αρχαία εποχή- η των «Ρωμαίων»,  όπως λεγότανε στην βυζαντινή εποχή, ή  των «Ρωμιών», όπως λεγότανε στην εποχή της τουρκοκρατίας…

…η φυλή μας. 

Γιατί, ο  Θεός,  προφανώς, έχει ένα σωρό πράγματα να κάνει.

Έχει ένα σωρό πράγματα να συντηρήσει, να προστατέψει, αλλά και να αφανίσει… εάν δεν αξίζουν τον κόπο.

Ο Θεός  είναι πολυάσχολος: ετσι τον καταλαβαίνω εγώ. 

Εγώ τον καταλαβαίνω ως ένα  πολυάσχολο όν, έναν τύπο μονήρη, αυτάρκη, σοφό, δημιουργικό, σεμνό…

…αλλά στην ουσία,  ελάχιστα κατανοητό. 

Είμαστε πολύ μικροί για να τον καταλάβουμε. 

Και όμως , νομίζω πως ο Θεός, μας αγαπάει και μας δίνει ευκαιρίες. 

Έτσι νομίζω.

Γιατί ο θεός να ενδιαφέρεται για τους Έλληνες; 

Τι το ιδιαίτερο έχουνε οι Έλληνες από τις άλλες ράτσες; 

Είναι πράγματι κάτι «εκλεκτό» , όπως νομίζουν για τον εαυτό τους οι Εβραίοι.; 

Προφανώς,  όχι…  δε βλέπω κάτι ιδιαίτερα σπουδαίο στην ράτσα των Ελλήνων.

Ένα μόνο πράγμα μου φαίνεται κάπως σπουδαίο και, που μόνο γι’ αυτό,  αξίζει η διατήρηση της ράτσας των Ελλήνων:

 η διατήρηση της γλώσσας τους. 

Η αγράμματη γιαγιά μου , στην Κρήτη, γεννημένη με την Τουρκιά πάνω από το κεφάλι της, έλεγε τον ήλιο,  «Ήλιο».

…τον αέρα τον έλεγε «Αέρα»,  την θάλασσα την έλεγε «Θάλασσα», την γη την έλεγε «Γη», την άμπελο την έλεγε «αμπέλι» και την κατσίκα την έλεγε «Αίγα»:

όπως ακριβώς και οι αρχαίοι Έλληνες πρόγονοί της.

Και ήταν αγράμματη. 

Και όχι μόνο αγράμματη,  αλλά αναλφάβητη.

Όμως διατηρούσε ζωντανή την γλωσσική κληρονομιά της, ακέραια.

Και την μνήμη του Μεγαλέξανδρου.

Και του Χριστού και της Παναγίας.

Γιατί, αν δεν το ξέρετε, ο Μεγαλέξανδρος,  ο Χριστός και η Παναγία, ήτανε μία παρέα: 

…ναι… ήταν  μια παρέα «Ρωμαίικη» που ζει ακόμη και σήμερα.

Στο συλλογικό ασυνείδητο του λαού μας ο Μεγαλέξανδρος, οι Άγιοι, ο Αη-Γιώργης, η Παναγία, ο Χριστός, έχουν ελληνοποιηθεί και είναι  μεταφυσικές οντότητες πέρα από ημερομηνίες και ιστορικά δεδομένα: είναι αόρατοι αλλά ζωντανοί και μας παρακολουθούν και μας προστατεύουν.

Μας ακούνε και μας συνδράμουν.

Είναι τα πρωτοπαλήκαρά μας.

Είναι μια παρέα που μας παρακολουθεί από ψηλά:  άλλοτε θυμώνει μαζί μας και άλλοτε μας καμαρώνει.

Ανάλογα με τις πράξεις μας και  με τον χαρακτήρα μας.

30 Ιουλ 2022

Η ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΩΣ ΤΡΟΠΑΙΟ

Η ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΩΣ ΤΡΟΠΑΙΟ


Η ασθενής κόντευε τα σαράντα αλλά έμοιαζε μικρότερη. 

Είχε  το στυλ μιας νεότερης κοπέλας χωρίς να καταβάλλει προσπάθεια και  χωρίς να παλιμπαιδίζει με τεχνητό τρόπο,

Δεν έδειχνε να υποφέρει, αν και πονούσε «παντού».

Πόνους στα γόνατα στα οποία είχε κάνει δύο μαγνητικές… 

Αυχένα, μέση, οι πόνοι στάνταρ.

Οι ορθοπεδικοί δεν είχαν βγάλει ακριβώς, άκρη, σύμφωνα με τα λεγόμενα της. 

Πονούσε όμως και στους ώμους και κυρίως όταν έβαζε τα χέρια ψηλά. 

Πονούσε στην πλάτη… πονούσε  και το κεφάλι… αλλά, πονούσε και στα πέλματα.

Η μυϊκή δύναμη ήταν καλή. 

Η νευρολογική εξέταση ήταν καλή. 

Δεν έμοιαζε να έχει νευρολογικό πρόβλημα. 

Απόρησα  που μου την παρέπεμψαν.

Βέβαια, μερικές φορές, οι ασθενείς παραπέμπονται στο νευρολόγο περισσότερο από αμηχανία και λιγότερο γιατί ο παραπέμπων γιατρός πιστεύει ότι πράγματι υπάρχει νευρολογικό πρόβλημα.

Όταν ένας άρρωστος προκαλεί αμηχανία, οι παραπομπές σε άλλο γιατρό είναι πιο εύκολες.

Η αμηχανία μπροστά στον άρρωστο με το «άλυτο πρόβλημα», δημιουργεί στο γιατρό  ένα δυσάρεστο αίσθημα αδυναμίας αφού τον κάνει να νιώθει ανεπαρκής.

Σαν να είσαι αστυνομικός και να μην μπορείς να βρεις το δολοφόνο.

Άλλοτε πάλι , είναι απλά απαλλαγή από ένα ενοχλητικό άρρωστο .

«Έχω αδύναμο μυικό  σύστημα,  γιατρέ», μου είπε η «ασθενής».

«Μου το είπε ο ορθοπεδικός Μπιχλιτζουράκης

«Εσείς τι λέτε?»

…τι να πω?

…λέω ότι αν συμφωνήσω , θα μπω και γώ στο τσουβάλι με τους μεχρι τώρα αποτυχημενους ή μισοαποτυχημένους, είπα από μέσα μου.

Αλλά τι να πω σε μιά αδιάγνωστη ασθενή όπου «απέτυχαν» οι πάντες.

Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που διασκεδάζουν, βγάζοντας τους γιατρούς σκάρτους.

Περιφέρουν το πρόβλημα τους σαν  ένα είδος παρασήμου: 

«είμαι περίπτωση που πάνω της έχουν αποτύχει όλοι!»

Πάνω στο εμφανές αδιέξοδο, άρχισα  και εγώ να παίζω στο ίδιο μοτίβο: 

«λέω ότι είσαστε μια εξαιρετική  περίπτωση… αγαπητή κυρία»

«Δεν είναι τυχαίο που έχετε πάει σε τόσους γιατρούς και όλοι απέτυχαν να θέσουν διάγνωση», συνέχισα .

«Πάντως δεν φαίνεται να έχετε νευρολογικό πρόβλημα… ίσως θα έπρεπε να σας δει ένας Ρευματολόγος».

Ευτυχώς, δεν την είχε δει ρευματολόγος. 

Μεγάλη υπόθεση.

Ο δρόμος της παραπομπής ήταν ανοιχτός.

Με κοίταξε δυσαρεστημένη, με ένα βλέμμα γεμάτο αμφιβολία.

Δεν της άρεσε καθόλου που ξέφυγα με τον ρευματολόγο. 

Σαν να έβλεπα τη σκέψη της να παρελαύνει μπροστά μου με μεγάλα γράμματα : 

«Μαλάκες γιατροί». 

«Άχρηστοι».

«Αν είσαι ευκολη περίπτωση,  σε ξεπετάνε  σε πέντε λεπτά…

…αν είσαι δύσκολη, αρχίζουν τις υπεκφυγές και τις αοριστολογίες και τις παραπομπές».

Έκανε μια τελευταία προσπάθεια να με εμπλέξει στη συνολική αποτυχία του ιατρικού σώματος.

«Εγώ νομίζω ότι μόνο εσείς μπορείτε να βρείτε  το πρόβλημά μου! 

Αν δεν τα καταφέρετε και σεις, χάθηκα!»

Παρέμεινα ψύχραιμος, υπερβαίνοντας την κούφια κολακεία.

«Ο ρευματολόγος», είπα.

«Ο ρευματολόγος, ίσως, είναι το κλειδί!»

Το είπα ήρεμα, κοιτάζοντας  σταθερά στα μάτια της .

Σωτήρα μου, ρευματολόγε.

Αν δεν τα καταφέρει  ο ρευματολόγος, δικό του πρόβλημα.

Ένας ακόμη κρίκος στην αλυσίδα των αποτυχημένων.

Σιγά.


(ονόματα, πρόσωπα και διάλογοι, φανταστικά)

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΣΕ ΒΑΣΑΝΙΣΜΕΝΟ ΙΑΤΡΟ

 


Η δουλειά του ψυχοθεραπευτή είναι από τις ευκολότερες που υπάρχουν.

Βασικά, αυτό που γίνεται είναι το εξής: 

σου έρχεται ένας δυστυχισμένος να σου πει τον πόνο του και εσύ, απλά, κουνάς το κεφάλι σου.

Δεν μιλάς….(μαλάκας είσαι?)

Ότι και να πείς, θα του χαλάσεις τον ειρμό: 

το βασικό είναι να τα πεί, να ξεθυμάνει.

Το τι θα πεις εσύ, δεν μετράει.

…και γιά να μην είσαι τελείως μουγγός , μπορείς να επαναλαμβάνεις κάθε δυό- τρία λεπτά,  μιά φράση ή μιά λέξη που είπε.

Έτσι αποδεικνύεις ότι δεν σε πήρε ο ύπνος αλλά ούτε και σκέφτεσαι την φιλενάδα σου.

Πχ σου λέει: 

«όλα αυτά που μου είπε ο πατέρας μου, μου προκάλεσαν μεγάλη ταραχή, γιατρέ»

«Ταραχή?» λες εσύ.

«Τι ακριβώς έννοείς… ταραχή?»

Και αρχίζει αυτός να λέει για την ταραχή… που δεν είναι άγχος ακριβώς,  αλλά «ταραχή» και «ανησυχία» ….με μικρές δόσεις κατάθλιψης κλπ κλπ… και πάει λέγοντας.

Ξεκινάς με πενήντα την ώρα και πάς προς τα πάνω,  όσο σε παίρνει.

Εγώ, δυστυχώς, δεν παίρνω φράγκο,  καθ´ ότι ερασιτέχνης ψυχοθεραπευτής: ακούω μόνο τους φίλους μου.

Προχτές με παίρνει τηλέφωνο ένας, πολύ αναστατωμένος.

Γιατρός.

«Μου λέει…ρε σύ, έχω μπλέξει με τους πιτσιρικάδες γιατρούς που μας έχουν έρθει στο νοσοκομείο».

«Θέλω να τους μιλήσω , να τους πω πέντε λόγια πως να φέρονται, αλλά φοβάμαι».

«Τι να τους πεις?

…και γιατί φοβάσαι», είπα εγώ.

«να , έχουν μιά αλαζονεία : κάνουν ότι τα ξέρουν όλα ή αφήνουν να εννοηθεί ότι τα ξέρουν… και κάνουν  μαλακίες».

«Καλά, αυτό είναι καθιερωμένο», είπα εγώ.

«Εσύ στα νιάτα σου δεν έκανες τον έξυπνο και τον ξερόλα?»

Έμεινε κατάπληκτος: 

«τώρα που το λές…ναι! ήμουνα πολύ μαλακισμένο!»

«Άρα,  ομολόγησε το… και μετά τους τα χώνεις» είπα εγώ.

 «έτσι θα έχεις άλλοθι»

«και αυτό ντρέπομαι να το κάνω», μου απάντησε…

«σιγά μην παραδεχτώ ότι στα νιάτα μου ήμουν μαλακισμένο»

«Οκ…τότε μην πείς τίποτα», είπα εγώ.

Να αφήσεις τα πράγματα να τσουλήσουν μόνα τους.

«Και να πάνε οι ασθενείς κατά διαβόλου?

Είναι σωστό?

….έτσι δεν θα διορθωθούν ποτέ»

«Δεν θα διορθωθούν ποτέ?»

«…τι ακριβώς εννοείς δεν θα διορθωθούν?», άρχισα εγώ  την ψυχοθεραπεία.

…κοκ.

Δυστυχώς, όμως, δεν τον χρεώνω τίποτε.

Αλλά δεν πειράζει: εξ άλλου, ούτε  αυτός βοηθιέται, ούτε εγώ ωφελούμαι, ούτε και οι πιτσιρικάδες.

Ούτε οι ασθενείς φυσικά.

Οι ασθενείς? 

…τους ξέχασα αυτούς.

…μα βέβαια, αυτούς πρέπει να τους βοηθάει ο Θεός.

Αφού επιβιώνουν…

Αυτά λοιπόν, είπα στον φίλο μου… αλλά δεν φάνηκε ικανοποιημένος με την παρέμβασή μου.

Έχει ο Θεός.


(η ανωτέρω ιστορία και οι διάλογοι είναι φανταστικοί και  γράφτηκαν με χιουμοριστική διάθεση.

Μην παρεξηγηθούμε.

Η πολιτική ορθότητα καραδοκεί…)

28 Ιουλ 2022

ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΓΙΑΤΡΟΥΣ ΚΑΙ ΑΣΘΕΝΕΙΣ

 Η σχέση γιατρού - ασθενούς είναι, από την φύση της,  μιά σχέση εξουσιαστική: 

ο γιατρός είναι ο υγιής, ο δυνατός, ο ψύχραιμος, ο σωτήρας, ο κάτοχος της γνώσης.

Ο ασθενής είναι ο αδύναμος , ο πονεμένος, ο φοβισμένος, ο  άνθρωπος που ζητάει βοήθεια από τον πρώτο.

Ο αδαής, ζητάει βοήθεια από την «αυθεντία».

Στις πρωτόγονες κοινωνίες ο γιατρός ήταν ο Μάγος  της Φυλής, ο  κάτοχος των μεγάλων φυσικών και μεταφυσικών μυστικών, ο  δεύτερος στην ιεραρχία μετά τον αρχηγό.

Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. 

Από τη δεκαετία του 70 και μετά,  με την αμφισβήτηση  κάθε αυθεντίας και κάθε κατεστημένης εξουσίας, οι γιατροί και η ιατρική εξουσία ήταν από τους πρώτους θεσμούς που αμφισβητήθηκαν . 

Σε αυτό βοήθησαν οι φαρμακευτικές και οι ασφαλιστικές εταιρείες οι οποίες θέλησαν να αφαιρέσουν την εξουσία από τους γιατρούς και να την πάρουν οι ίδιες.

(Η  εξουσία επιρροής και εκμετάλλευσης των ασθενών είναι πολύ μεγάλη μπίζνα για να την νέμονται οι χαζογιατροί).

Η κολακεία του κοινού που πλέον ψευτομορφώθηκε, οδήγησε στην αίσθηση ότι ο καθένας μπορεί να κρίνει διαγνωστικά και θεραπευτικά τι του ταιριάζει.

Το διαδίκτυο τελείωσε τη δουλειά. 

Ο καθένας πατάει μερικά κουμπιά στο κινητό του και έχει την παγκόσμια βιβλιογραφία στο πιάτο.

Βέβαια, μαζί με την σοβαρή βιβλιογραφία, ξεπηδάει και ένα πέλαγος (ένας ωκεανός!) , σκουπιδοβιβλιογραφίας.

Προφανώς ο Μπάμπης και η Τούλα δεν ξέρουν να ξεχωρίζουν τι αξίζει μέσα στο χάος της πληροφόρησης , ούτε κατανοούν την βιβλιογραφία,  αν την βρουν.

Ο Μπάμπης και η Τούλα,  όμως, δεν κωλώνουν απο τέτοια:

έχουν άποψη ακλόνητη και για την επιστήμη και για τους γιατρούς και μπορούν μάλιστα να τους βαθμολογούν στο Google.

Τελικά, μετά απ’ όλα αυτά,  η εξουσιαστική σχέση έχει αντιστραφεί: την εξουσία, πλέον,  την έχει ο λαουτζίκος ο οποίος έχει το πάνω χέρι στην κριτική,  στην κοινή γνώμη και στα μίντια και, την θέση του αμυνόμενου την έχει ο γιατρός,  που προσπαθεί να φυλάξει τον κώλο του από τις επιθέσεις που δέχεται από όλες τις μεριές  και πρέπει να κρατήσει άμυνα γιά κάθε πιθανό μπελά που μπορεί να βρει,  για ψύλλου πήδημα.

Οι σχέσεις εξουσίας γενικά είναι κακό πράγμα και μερικοί λένε ότι είναι και διαβολικό: πχ λένε πως ο Σατανάς  δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας εξουσιαστής , ένας διαφθορέας ο οποίος μετατρέπει τους ανθρώπους σε επίσης εξουσιαστές,  δηλαδή σε βίαιους ανθρώπους που κάθονται στο σβέρκο άλλων ανθρώπων.

🙂

Το πρόβλημα τώρα είναι ότι η αλλαγή  εξουσίας  χειροτέρεψε τα πραγματα: περάσαμε από τη μιά κακή εξουσία σε μιά χειρότερη.

Διότι,  αν εξουσία των γιατρών ήταν κακή μια φορά,  η εξουσία του αδαούς κοινού,   είναι τρισχειρότερη.

Η εξουσία των γιατρών συνήθως πήγαινε μαζί με τον ορθολογισμό και την επιστημονική γνώση… ενώ,  σήμερα,   η εξουσία του κοινού και των ασθενών  πάει μαζί με την επιστημονική ασχετοσύνη και την κάθε  παρανοική θεωρία συνωμοσίας.

Φως, δεν βλέπω.

Αντε βγάλε άκρη με τα όρια μεταξύ λαικισμού και δημοκρατίας και το όριο  μεταξύ υστερικής  ανοησίας και νηφαλιότητας.

Νέος μεσαίωνας, εν όψει.

ΜΙΑ ΚΑΤΣΑΡΙΔΑ ΣΤΗΝ ΚΟΥΖΙΝΑ

Με ρώτησε κάποιος γνωστός μου, πρόσφατα, αν ο κόσμος και οι άνθρωποι παλιά, ήταν καλύτεροι από σήμερα.

Στην αρχή είπα ότι ο κόσμος είναι ίδιος.

Μετά είπα ότι παλιότερα ήταν χειρότερος γενικά αλλά οι ανθρώπινες φιλικές και οικογενειακές σχέσεις ήταν καλύτερες.

Τελικά κατέληξα πως παλιά ο κόσμος ήταν πιο σκατένιος: πιο αυταρχικός, πιο καταπιεστικός.

Παλιότερα μου άρεσε να δημιουργώ ήρωες. 

Δεν εννοώ τίποτα μεγάλους ήρωες σαν τον Καραϊσκάκη, τον Ηρακλή ή τον Θησέα, αλλά μικρούς ήρωες της καθημερινής ζωής: 

ένα σκληρά εργαζόμενο οικογενειάρχη που παλεύει με τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες της φτώχειας και της ανασφάλειας,  μιά διαζευγμένη με παιδί που παλεύει σε σκατοδουλειές, ένας εργαζόμενος νεαρός που προσπαθεί να σπουδάσει, ένας γέρος που θυσιάζει μέρος της σύνταξης για τα εγγόνια του. 

Όλους αυτούς  είχα μια τάση να τους εξιδανικεύω, δηλαδή να τους βλέπω καλύτερους απ´ ό,τι πράγματι είναι. 

Να τους βλέπω σαν μικρούς ήρωες και να παραβλέπω ό,τι στραβό η αναξιοπρεπές,  κάνουν.

Είχα μια ψυχολογική ανάγκη να πιστέψω ότι οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους καλοί και πως οι δύσκολες συνθήκες επιτρέπεται  να τους εκτρέψουν -προσωρινά- σε μικρές οι μεγαλύτερες αθλιότητες.

Γι’ αυτό και μάλλον ξεπερνούσα  όλες τις μικροπρέπειες, μικρό-παγαποντιές, μικρό-απατεωνιές και άλλες κακομοιριές που έκαναν στα πλαίσια της καθημερινής ζωής. 

Είναι καθαρά ψυχολογικό το θέμα.

Η κατασκευή ηρώων είναι καλό πράγμα, αλλά κοστίζει.

Τώρα ξέμεινα από ήρωες.

Είναι πρόβλημα αυτό: μου φαίνονται όλοι γκρίζοι.

Δεν έχω να περιμένω κάτι σπέσιαλ ηρωικό: 

σαν να πηγαίνω στο αγαπημένο μου ζαχαροπλαστείο και να διαπιστώνω ότι όλα τα γλυκά έχουν πάνω κάτω την ίδια γεύση. 

Οι σκάρτοι τύποι σπάνια είναι τελειως σκάρτοι και οι ενάρετοι, σπάνιοι είναι εντελώς ενάρετοι.

Με ενοχλεί αυτός ο σχετικισμός και η ομογενοποίηση των πάντων αλλά δεν μπορώ πλέον να αυτοπαραμυθιαστώ στα γεράματα.

Προσέχω απλά για ανησυχητικά σημάδια.

Αυτά με προειδοποιούν.

Τα ανησυχητικά σημάδια στον χαρακτήρα είναι όπως οι κατσαρίδες στην κουζίνα: 

ποτέ δεν υπάρχει μόνο μία.

Πικάσσο και Μαρί-Τερέζ

  Πάντα πίστευα ότι ο Πικάσο ήταν απατεώνας και δούλευε κοινό και κριτικούς… …πουλώντας τρέλα, τα κονόμησε χοντρά: ζωγράφισε την δεκαεπτάχρο...